Πριν από μερικά χρόνια, ο μοναδικός τρόπος να επιβεβαιώσει κανείς ότι κάποιος έπασχε από Αλτσχάιμερ ήταν η νεκροψία. Αυτό, όμως, αλλάζει τάχιστα χάρη στις τομογραφικές απεικονίσεις του εγκεφάλου και τις οσφυονωτιαίες παρακεντήσεις, που μπορούν να ανιχνεύσουν εύκολα τα συσσωματώματα βήτα αμυλοειδούς, την «υπογραφή» της νόσου.
Μελλοντικά, μάλιστα, ένα αιματολογικό τεστ θα ανιχνεύει την πρωτεΐνη, ενώ οι ειδικοί πειραματίζονται με την τομογραφική απεικόνιση της πρωτεΐνης tau, που είναι χαρακτηριστική της νόσου.
Με την πληθώρα διαγνωστικών εξετάσεων, πολλοί είναι εκείνοι που καλούνται να απαντήσουν σε ένα πολύ δύσκολο ερώτημα: «Επιθυμώ, άραγε, να μάθω ότι πρόκειται να πάθω Αλτσχάιμερ;» Η απάντηση είναι ότι μια θετική εξέταση μπορεί να βοηθήσει τον ασθενή να τακτοποιήσει όλες τις εκκρεμότητές του και να προγραμματίσει το μέλλον. Επίσης, η φαρμακευτική εταιρεία Biogen ισχυρίζεται ότι έχει παρασκευάσει το πρώτο φάρμακο που μπορεί να επιβραδύνει σημαντικά την εξέλιξη της νευροεκφυλιστικής νόσου, εφόσον φυσικά χορηγηθεί εγκαίρως.
Ωστόσο, οι συνέπειες μιας τέτοιας δυσάρεστης διάγνωσης είναι πάμπολλες:
Ο ασθενής κατακλύζεται από ανησυχίες. Αραγε οι φίλοι του θα σταθούν στο πλάι του; Ο/η σύζυγός του; Πώς είναι να ζεις με τη γνώση ότι θα έρθει κάποια στιγμή που δεν θα μπορείς να αναγνωρίζεις τα πρόσωπα των συγγενών σου και πιθανώς να μην μπορείς να μιλήσεις; Για πολλούς που υποβλήθηκαν σε διαγνωστικές εξετάσεις αυτά τα ερωτήματα δεν είναι ρητορικά· αποτελούν μια ζοφερή πραγματικότητα. Οπως επισημαίνει ο δρ Ρόναλντ Πίτερσεν, νευρολόγος στην κλινική Μάγιο, ακόμα και άνθρωποι χωρίς δυσκολίες μνήμης, που έχουν πλάκες βήτα αμυλοειδούς στον εγκέφαλό τους, παρουσιάζουν αυξημένες πιθανότητες να νοσήσουν από Αλτσχάιμερ. Δεν συμβαίνει όμως πάντα αυτό, ενώ ακόμα και αν τελικά συμβεί, μπορεί να περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων. Ο δρ Πίτερσεν τονίζει ότι «εκτός από τις ερευνητικές μελέτες, δεν υποβάλλουμε ανθρώπους σε τομογραφίες ανίχνευσης των αμυλοειδών, επειδή στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε τι να τους πούμε μετά».
Ο δρ Τζέισον Κάρλαβιτς, ερευνητής της νόσου του Αλτσχάιμερ στο πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, πραγματοποίησε μια μελέτη με στόχο να αξιολογήσει την αντίδραση των ασθενών όταν μάθαιναν ότι είχαν υψηλές συγκεντρώσεις βήτα αμυλοειδούς στον εγκέφαλό τους. Οπως σημειώνει, δεν είδε ακραίες αντιδράσεις και κανείς από τους ασθενείς του δεν αυτοκτόνησε. Αντιθέτως, πολλοί δραστηριοποιήθηκαν ώστε να ανακόψουν την εξέλιξη της νόσου, με υγιεινή διατροφή και συστηματική άσκηση, παρότι τέτοια μέτρα δεν έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά.
Βέβαια, δεν είναι λίγοι οι ασθενείς που αμφισβητούν ότι η σαφής διάγνωση τους βοήθησε. Πολλοί νιώθουν έντονο άγχος για την εξέλιξη της νόσου και δυσκολεύονται να δημοσιοποιήσουν σε φίλους και ασθενείς τη διάγνωση, ενώ άλλοι πέφτουν σε κατάθλιψη, καθώς βλέπουν την οικογενειακή ζωή τους να διαταράσσεται.
Μελλοντικά, μάλιστα, ένα αιματολογικό τεστ θα ανιχνεύει την πρωτεΐνη, ενώ οι ειδικοί πειραματίζονται με την τομογραφική απεικόνιση της πρωτεΐνης tau, που είναι χαρακτηριστική της νόσου.
Με την πληθώρα διαγνωστικών εξετάσεων, πολλοί είναι εκείνοι που καλούνται να απαντήσουν σε ένα πολύ δύσκολο ερώτημα: «Επιθυμώ, άραγε, να μάθω ότι πρόκειται να πάθω Αλτσχάιμερ;» Η απάντηση είναι ότι μια θετική εξέταση μπορεί να βοηθήσει τον ασθενή να τακτοποιήσει όλες τις εκκρεμότητές του και να προγραμματίσει το μέλλον. Επίσης, η φαρμακευτική εταιρεία Biogen ισχυρίζεται ότι έχει παρασκευάσει το πρώτο φάρμακο που μπορεί να επιβραδύνει σημαντικά την εξέλιξη της νευροεκφυλιστικής νόσου, εφόσον φυσικά χορηγηθεί εγκαίρως.
Ωστόσο, οι συνέπειες μιας τέτοιας δυσάρεστης διάγνωσης είναι πάμπολλες:
Ο ασθενής κατακλύζεται από ανησυχίες. Αραγε οι φίλοι του θα σταθούν στο πλάι του; Ο/η σύζυγός του; Πώς είναι να ζεις με τη γνώση ότι θα έρθει κάποια στιγμή που δεν θα μπορείς να αναγνωρίζεις τα πρόσωπα των συγγενών σου και πιθανώς να μην μπορείς να μιλήσεις; Για πολλούς που υποβλήθηκαν σε διαγνωστικές εξετάσεις αυτά τα ερωτήματα δεν είναι ρητορικά· αποτελούν μια ζοφερή πραγματικότητα. Οπως επισημαίνει ο δρ Ρόναλντ Πίτερσεν, νευρολόγος στην κλινική Μάγιο, ακόμα και άνθρωποι χωρίς δυσκολίες μνήμης, που έχουν πλάκες βήτα αμυλοειδούς στον εγκέφαλό τους, παρουσιάζουν αυξημένες πιθανότητες να νοσήσουν από Αλτσχάιμερ. Δεν συμβαίνει όμως πάντα αυτό, ενώ ακόμα και αν τελικά συμβεί, μπορεί να περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων. Ο δρ Πίτερσεν τονίζει ότι «εκτός από τις ερευνητικές μελέτες, δεν υποβάλλουμε ανθρώπους σε τομογραφίες ανίχνευσης των αμυλοειδών, επειδή στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε τι να τους πούμε μετά».
Ο δρ Τζέισον Κάρλαβιτς, ερευνητής της νόσου του Αλτσχάιμερ στο πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, πραγματοποίησε μια μελέτη με στόχο να αξιολογήσει την αντίδραση των ασθενών όταν μάθαιναν ότι είχαν υψηλές συγκεντρώσεις βήτα αμυλοειδούς στον εγκέφαλό τους. Οπως σημειώνει, δεν είδε ακραίες αντιδράσεις και κανείς από τους ασθενείς του δεν αυτοκτόνησε. Αντιθέτως, πολλοί δραστηριοποιήθηκαν ώστε να ανακόψουν την εξέλιξη της νόσου, με υγιεινή διατροφή και συστηματική άσκηση, παρότι τέτοια μέτρα δεν έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά.
Βέβαια, δεν είναι λίγοι οι ασθενείς που αμφισβητούν ότι η σαφής διάγνωση τους βοήθησε. Πολλοί νιώθουν έντονο άγχος για την εξέλιξη της νόσου και δυσκολεύονται να δημοσιοποιήσουν σε φίλους και ασθενείς τη διάγνωση, ενώ άλλοι πέφτουν σε κατάθλιψη, καθώς βλέπουν την οικογενειακή ζωή τους να διαταράσσεται.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου