Καίσαρας της Μακεδονίας τοποθετήθηκε ο Μαξιμιανός Γαλέριος, ο οποίος εξαπέλυσε αληθινό πόλεμο εναντίον των Χριστιανών. Εκλεκτό μέλος της εκκλησίας των Θεσσαλονικέων ήταν και ο Άγιος Δημήτριος, ο οποίος προερχόταν από ευσεβείς και επιφανείς γονείς. Είχε δε προικισθεί από τον θεό με πολλά αγαθά και με πλήθος σωματικών και πνευματικών χαρισμάτων. Η φήμη του έφθασε μέχρι το βασιλιά Γαλέριο, ο οποίος εκτιμώντας τις αρετές του τον έκανε μέλος της Συγκλήτου της πόλεως και τον διόρισε στρατηγό όλης της Θεσσαλίας και ανθύπατο και αφέντη όλης της Ελλάδας.
Ο Άγιος Δημήτριος, ως χριστιανός, κατηχούσε και δίδασκε με ιεραποστολικό ζήλο και με τη φωτεινή παρουσία του τους Θεσσαλονικείς, που τους κατέκλυσε η ειδωλολατρία, οδηγώντας τους προς τον Χριστό και την αλήθεια Του. Όταν πληροφορήθηκε ο Μαξιμιανός τη δραστηριότητα αυτή του Αγίου, διέταξε και τον έφεραν ενώπιόν του. Ο Άγιος ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στον Χριστό με συνέπεια να τον οδηγήσουν στη φυλακή, σ ‘ένα παλαιό δημόσιο λουτρό δίπλα στο στάδιο, όπου υπέστη πολλές κακουχίες και βασανιστήρια.
Κατά τη διάρκεια αγωνισμάτων στο στάδιο, που διοργάνωναν οι βασιλείς για να διασκεδάζουν με τις θυσίες στα είδωλα, τις αιματοχυσίες και τους φόνους των ανθρώπων, ένας μαθητής του Αγίου Δημητρίου, ο Νέστορας, θέλοντας να δείξει τη δύναμη του αληθινού θεού πήγε στο λουτρό που ήταν φυλακισμένος ο Άγιος, πήρε την ευλογία και την ευχή του Αγίου, βγήκε στο στάδιο και με την επίκληση «Θεέ Δημητρίου βοήθει μοι!» νίκησε τον γιγαντόσωμο και ανίκητο Λυαίο
Το γεγονός αυτό προκάλεσε οργή στο βασιλιά, ο οποίος πρόσταξε τους στρατιώτες να πάνε εκεί που ήταν φυλακισμένος ο Άγιος και να τον φονεύσουν. Οι στρατιώτες τον ελόγχευσαν σε όλο του το σώμα μέχρι θανάτου. Κάποιοι ευλαβείς Χριστιανοί ήλθαν κρυφά στο λουτρό εκείνο και ενταφίασαν το λείψανο στο μέρος στο οποίο μαρτύρησε. Αργότερα στο σημείο αυτό κτίσθηκε ναΐσκος ο οποίος περιλαμβάνει και τον ιαματοφόρο τάφο του Αγίου.
Ο μαθητής του Αγίου Λούπος, με το δαχτυλίδι και τον μανδύα που πήρε από τον Άγιο κατά την ώρα του μαρτυρίου, ενεργούσε θαύματα πολλά, ώσπου στο τέλος, όταν το έμαθε ο βασιλιάς, τον αποκεφάλισαν και αυτόν. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ετελειώθη ο Πανένδοξος Μεγαλομάρτυς, ο Πολιούχος, το μέγα της οικουμένης θαύμα, της Εκκλησίας το ωράισμα, ο πολύς τα πάντα, και θαυματουργός και Μυροβλύτης Άγιος Δημήτριος.
- Η Διάσωση της Θεσσαλονίκης
Ο άγιος Δημήτριος λογχίζει τον Ιωαννίτζη έξω απο τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Εικόνα στο Μουσείο Clinton Μασαχουσέτης. |
Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της βυζαντινής Θεσσαλονίκης τον Οκτώβριο του 1207 από τους βούλγαρους, ο ηγεμόνας των Βουλγάρων Τσάρος Καλογιάν ή Ιωαννίτζης πέθανε αιφνιδίως με τις συνθήκες του θανάτου του να είναι αβέβαιες.
Ο Ακροπολίτης αναφέρει ότι πέθανε από πλευρίτιδα. Ωστόσο ο ίδιος κατέγραψε επίσης μια φήμη που υποστήριζε ότι «ο θάνατος (του Καλογιάν)προκλήθηκε από θεϊκή οργή, γιατί του φάνηκε ότι ένας οπλισμένος άντρας εμφανίστηκε μπροστά του στον ύπνο του και χτύπησε την πλευρά του με ένα δόρυ».
Θρύλοι για παρέμβαση του Αγίου Δημητρίου υπέρ της πολιορκημένης πόλης στην πραγματικότητα εμφανίστηκαν λίγο μετά το θάνατο του Καλογιάν.
Ο Ρομπέρ ντε Κλαρί έγραψε ήδη πριν από 1216 ότι ο ίδιος ο άγιος ήρθε στη σκηνή Καλογιάν και «τον χτύπησε με μια λόγχη», προκαλώντας το θάνατό του. Ο Στέφανος Νεμάνιτς κατέγραψε τον ίδιο μύθο το 1216 στο βίο αγίων για τον πατέρα του, Στέφανο Νεμάνια.
Ο Ιωάννης Σταυράκιος, που συνέλεξε τους θρύλους για τον Αγιο Δημήτριο στα τέλη του 13ου αιώνα, κατέγραψε ότι ένας ιππέας πάνω σε άσπρο άλογο χτύπησε Καλογιάν με μια λόγχη. Ο Καλογιάν, συνέχισε ο Σταυράκιος, συσχέτισε τον επιτιθέμενο με το Μανάστρα, διοικητής των Κουμάνων μισθοφόρων του, που ως εκ τούτου έπρεπε να φύγει πριν από το θάνατο του Καλογιάν.
Ο μύθος αυτός απεικονίστηκε στους τοίχους πάνω από πέντε ορθόδοξων εκκλησιών και μοναστηριών. Για παράδειγμα, μια τοιχογραφία στη Μονή Ντετσάνι απεικονίζει τον Άγιο Δημήτριο να σκοτώνει τον Τσάρο Σκαλογιάν.
Στο πρόσωπο του Αγίου Δημητρίου η Θεσσαλονίκη βλέπει πάντοτε τον προστάτη της, το στήριγμά της.
Η απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους το 1912 συνέπεσε με την ημέρα της γιορτής του αγίου μας. Δίκαια ο Άγιος Δημήτριος αποκαλείται από τον υμνωδό της Εκκλησίας « ὁ μέγας φρουρός τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ρύστης ἐν τοῖς κινδύνοις ὁ ἐξαίρετος, πρόμαχος ὁ κράτιστος» (Κανών δεύτερος). Σ' έναν άλλο Κανόνα, που συνέθεσε ο Συμεών Θεσσαλονίκης, ο Άγιος Δημήτριος φέρεται να λέει στην προστατευόμενή του πατρίδα Θεσσαλονίκη: «...μη φοβοῦ οὖν πατρίς μου, ἐμέ κατέχουσα∙ τους ἐχθρούς σου γάρ πάντας πατάξω ἐν Χριστῷ και φυλάξω σε τήν τιμῶσάν με». Δίκαια παρατηρήθηκε, πως από όλες τις εικόνες του Αγίου Δημητρίου, η εικόνα του εφίππου άγιου αγαπήθηκε περισσότερο, γιατί ενσαρκώνει τα ελληνικά ιδεώδη της παλληκαριάς και της λεβεντιάς. Στη συνείδηση των πιστών ο Άγιος Δημήτριος δεν είναι μόνο, κατά τον υμνωδό, «κρηπίς ἀκατάβλητος καί θεμέλιος ἄρρηκτος καί πολιοῦχος, οἰκιστής καί ὑπέρμαχος» της πόλεως της Θεσσαλονίκης και «ἐν πολλοῖς καί πολλάκις κινδύνοις χαλεποῖς τῶν Θεσσαλονικέων προϊστάμενος», αλλά και ο μέγας υπέρμαχος της οικουμένης. Για τούτο ψάλλει η Εκκλησία μας: «Μέγαν εὕρατο ἐν τοῖς κινδύνοις, σε ὑπέρμαχον ἡ οἰκουμένη, ἀθλοφόρε τά ἔθνη τροπούμενον. Ὡς οὖν Λυαίου καθεῖλες τήν δύναμιν, ἐν τῷ σταδίω θαρρύνας τόν Νέστορα, οὕτως Ἅγιε, μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος» (Απολυτίκιο του αγίου).
Στην εικόνα αυτή ο Άγιος Δημήτριος εικονίζεται κατ' ενώπιον, ως τη μέση περίπου, νέος, αγένειος, με κοντά σγουρά μαλλιά, πάνω σε δίχρωμο βάθος, χρυσό στο επάνω τμήμα και βαθυγάλαζο στο κάτω. Τα μαλλιά του στολίζει στεφάνι με πολύτιμους λίθους. Φορά πανοπλία και χιτώνα και από τους ώμους του κρέμονται κράνος και μικρή στρογγυλή ασπίδα. Με το δεξί του χέρι κρατεί δόρυ και με το αριστερό ξίφος μέσα στη θήκη. Την κεφαλή του περιβάλλει ανάγλυφο φωτοστέφανο διακοσμημένο με σχηματοποιημένα φυτικά κοσμήματα, ενώ το κέντρο του θώρακά του κοσμεί ανάγλυφο χρυσό εγκόλπιο με την παράσταση του Χριστού. Την εικόνα περιτρέχει χρυσή ταινία διακοσμημένη επίσης με ανάγλυφα φυτικά κοσμήματα.
Οι πρωιμότερες παραστάσεις του Αγίου Δημητρίου χρονολογούνται στο τέλος του 10ου ή στις αρχές του 11ου αιώνα. Στην παρούσα εικόνα συνδυάζονται στοιχεία από παλαιολόγειες και μεταβυζαντινές παραστάσεις στρατιωτικών αγίων. Η υψηλή ποιότητα της ζωγραφικής, καθώς και τα εικονογραφικά-τεχνοτροπικά της χαρακτηριστικά, τη συνδέουν με την τέχνη της Σχολής της Βορειοδυτικής Ελλάδας και πιο συγκεκριμένα με το έργο του κυριότερου εκπροσώπου της Φράγγου Κατελάνου και του κύκλου του. Σε αυτό συνηγορεί και η προέλευση της εικόνας από το ναό της Υπαπαντής στη Θεσσαλονίκη, όπου βρίσκονται άλλες δύο εικόνες τέμπλου που έχουν αποδοθεί στον ίδιο ζωγράφο. Τα δύο αυτά έργα μαζί με δύο ακόμη, από το ναό του Αγίου Αθανασίου στην ίδια πόλη, δημιουργούν ένα σύνολο που πιθανότατα ο Κατελάνος φιλοτέχνησε κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Άγιον Όρος, όταν πραγματοποίησε τη διακόσμηση του παρεκκλησίου του Αγίου Νικολάου στη μονή Μεγίστης Λαύρας, στα 1560.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου