Τα πρώτα σφαιρίδια χρησιμοποιήθηκαν στην αρχαία Αθηναική δημοκρατία, στις ψηφοφορίες για την παραχώρηση του δικαιώματος του πολίτη
Στη διαδικασία, απαιτούνταν απαραίτητα τουλάχιστον 6.000 συμμετέχοντες, ενώ για την ψηφοφορία χρησιμοποιούνταν σφαιρίδια βαμμένα άσπρα και μαύρα για το «ναι» και το «όχι αντίστοιχα, τα οποία έριχνε ο κάθε πολίτης με τη σειρά σε ένα μεγάλο πιθάρι το οποίο έσπαγαν στη συνέχεια για να γίνει η καταμέτρηση.
Οι πρώτες εκλογές με σφαιρίδιο στη σύγχρονη Ελλάδα έγιναν το 1865, με νικητή τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο.
Ουσιαστικά, σε κάθε εκλογικό τμήμα υπήρχαν τόσες κάλπες όσοι και οι υποψήφιοι, γεγονός που δυσχέραινε τη διαδικασία.
Τα ψηφοδέλτια χρησιμοποιούνται ευρέως, με την κατάργηση των σφαιριδίων από το 1912 για τις δημοτικές εκλογές και από το 1923 για τις εθνικές εκλογές
- Η ψήφος
Η λέξη ψήφος, αρχικά, προσδιόριζε τη μικρή λεία πέτρα (απ εδώ και το ψηφιδωτό) την οποία χρησιμοποιούσαν για την καταμέτρηση εκλογικών προτιμήσεων . Σε κάθε εκλογικό τμήμα υπήρχαν τόσες κάλπες όσοι υποψήφιοι. Η κάθε κάλπη χωριζόταν εσωτερικά σε δύο μέρη που αντιστοιχούσαν, εξωτερικά, σε δύο χρώματα, το άσπρο (θετική ψήφος) και το μαύρο (αρνητική ψήφος). Απ εδώ και η φράση “τον μαύρισαν”.
- Δαγκωτό
Ο ψηφοφόρος έπρεπε να περάσει από όλες τις κάλπες και να πάρει από τον υπάλληλο που στεκόταν μπροστά από κάθε κάλπη το σφαιρίδιο. Ο κάθε υπάλληλος φώναζε δυνατά το όνομα του υποψήφιου. Ο ψηφοφόρος έριχνε σε όλες τις κάλπες την ψήφο στο μαύρο τμήμα της κάλπης, ενώ , μόνο, σε μία έριχνε το σφαιρίδιο στο λευκό. Για να γνωρίζουν τον ακριβή αριθμό και να αποφύγουν λαθροχειρίες η θετική ψήφος ήταν, συνήθως, δαγκωμένη, για να αναγνωρίζεται στην καταμέτρηση.
Πολλοί ψηφοφόροι που είχαν ιδιαίτερο λόγο να φαίνεται η ψήφος τους, δάγκωναν το σφαιρίδιο, πριν το ρίξουν λέγοντας: «Να, μαύρο και δαγκωτό»,δηλαδή μαύρισε τον τάδε υποψήφιο. Άλλοι, πάλι, έριχναν σφαιρίδια με το όνομα τους ή και επιχρυσωμένα και έτσι έβαζαν σε μπελάδες τις εφορευτικές επιτροπές, που μάλωναν, αν τα σφαιρίδια αυτού του τύπου ήταν έγκυρα ή άκυρα.
- Μαύρο – Τους μαυρίσανε
Η τρύπα της «κάλπης» όπου έμπαινε το χέρι ήταν μία, ώστε να μην καταλαβαίνει ο άλλος, που θα σε έβλεπε, αν ψηφίζεις προς το άσπρο ή προς το μαύρο. Έτσι, ο ψηφοφόρος, βάζοντας το χέρι, έριχνε ψήφο δεξιά ή αριστερά, αν ήθελε να κατα-ψηφήσει (προς το μαύρο).
Οι κάλπες ήταν ορθογώνια μεταλλικά κουτιά, σαν τους γκαζοτενεκέδες. Ήταν κλειστά απ’ όλες τις πλευρές, εκτός από μία τρύπα στην οποία υπήρχε ένας χοανωτος σωλήνας. Μέσα σ’ αυτό το σωλήνα, που είχε διάμετρο 12 εκατοστών, ο ψηφοφόρος έβαζε το χέρι του και έριχνε το σφαιρίδιο. Εσωτερικά, η κάλπη ήταν χωρισμένη στα δύο. Στο ένα μέρος να δέχεται τα καλά σφαιρίδια, τις θετικές ψήφους για κάθε υποψήφιο και το άλλο μέρος να δέχεται τις ψήφους αποδοκιμασίας, τα μαύρα σφαιρίδια.
Ήταν και βαμμένη μισή άσπρη και μισή μαύρη. Απ’ αυτόν το χαρακτηρισμό μαύρο – άσπρο ξεκινάνε και οι παροιμιώδεις εκφράσεις για τους αποτυχόντες υποψήφιους: «Τους μαυρίσανε» ή «αυτός έφαγε μαύρο» και άλλοι ανάλογοι χαρακτηρισμοί της εκλογικής αποτυχίας.
- Η κάλπη
Η κάλπη του συστήματος του σφαιριδίου διαιρείτο εσωτερικά σε δυο μέρη που εξωτερικά αναγράφονταν οι λέξεις ΝΑΙ και ΟΧΙ. Κάθε εκλογικό τμήμα διέθετε από μία κάλπη για κάθε υποψήφιο. Ο ψηφοφόρος έριχνε μυστικά ένα σφαιρίδιο σε κάθε κάλπη είτε προς την πλευρά του ΝΑΙ είτε του ΟΧΙ.
Το Σύνταγμα του 1864 όρισε το σύστημα της ψηφοφορίας διά σφαιριδίου. Αν και το Σύνταγμα του 1911 το κατήργησε, χρησιμοποιήθηκε και στις εκλογές του Μαρτίου 1912 και διατηρήθηκε έως και τις βουλευτικές εκλογές του 1920.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου