Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΜΜΑΧΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ 1944



 Το μεσημέρι της 11ης Ιανουαρίου του 1944, λαμβάνει χώρα ένα ακόμη τραγικό γεγονός, απέναντι στον Ελληνικό Λαό και μάλιστα από τις συμμαχικές δυνάμεις.


Η Ελλάς της περιόδου εκείνης, πάμφτωχη, υπομένει την γερμανική κατοχή. Η πείνα θερίζει τους πληθυσμούς ιδιαιτέρως των αστικών περιοχών, ενώ άπαντες αναμένουν την τελική έκβαση του Παγκοσμίου Πολέμου ο οποίος μαίνεται, και του οποίου η εξέλιξη γέρνει πλέον προς το μέρος των συμμαχικών δυνάμεων. 

Στη περιοχή του Πειραιά, ο γερμανικός στρατός διατηρεί εγκαταστάσεις στο Ναύσταθμο, το αεροδρόμιο και τα Ναυπηγεία του Περάματος, εγκαταστάσεις που δύνανται να θεωρηθούν στρατιωτικοί στόχοι. 

Ένα συμμαχικό σμήνος, βρετανικών και αμερικανικών αεροσκαφών, ξεκινά την επιχείρησή του, της οποίας στόχος, υποτίθεται πως είναι οι γερμανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις. 

Στις 12 το μεσημέρι της Τρίτης 11 Ιανουαρίου 1944 και για τρεις περίπου ώρες, βρίσκονται πάνω από το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας. Ο βομβαρδισμός αρχίζει και μαζί του και το μαρτύριο του Ελληνικού Λαού.


  • Ο πρώην πρωθυπουργός, Γεώργιος Ράλλης, έγραψε: 

”Στις 11 Ιανουαρίου του 1944 βομβαρδίστηκε από συμμαχικά αεροπλάνα ο Πειραιάς και οι γύρω συνοικισμοί, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν περίπου 1.000 και να τραυματιστούν ακόμη περισσότεροι Έλληνες. 

Στο λιμάνι προξενήθηκαν ελάχιστες ζημιές και την άλλη μέρα σε ομιλία του από το ραδιοσταθμό των Αθηνών ο πατέρας μου (ο πρωθυπουργός επί κατοχής Ιωάννης Ράλλης) καταδίκασε την πρωτοφανή σε αγριότητα επιδρομή. 

Για την ενέργεια αυτή των συμμαχικών αεροπλάνων διαμαρτυρήθηκε έντονα, χαρακτηρίζοντας την «πρωτάκουστο κακούργημα». 

Τις φράσεις αυτές ο σταθμός του Καΐρου τις θεώρησε προδοτικές και την ίδια γνώμη είχαν και οι δικαστές που καταδίκασαν τον πατέρα μου. Η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση, αντί να εκφράσει τη λύπη της για την άστοχη ενέργεια που προκάλεσε τόσα θύματα, επιτέθηκε εναντίον του πάτερα μου ανακοινώνοντας ταυτόχρονα ότι η επιχείρηση ήταν επιτυχής”.


  • Ο μαθητής τότε, Ιάκωβος Βαγιάκης, μάρτυρας του συμμαχικού βομβαρδισμού, αναφέρει: 

”Το πιο τραγικό περιστατικό όμως ήταν η κατάρρευση του κτιρίου της Ηλεκτρικής Εταιρίας που βρισκόταν στην τότε οδό Βασιλέως Κωνσταντίνου και σήμερα Ηρώων Πολυτεχνείου, μεταξύ των οδών Καραολή – Δημητρίου και Ελ. Βενιζέλου. Στο υπόγειό του υπήρχε οργανωμένο καταφύγιο όπου κατέφυγαν μεταξύ των άλλων και όλες οι μαθήτριες, μαζί με τις δασκάλες τους, της Επαγγελματικής και Οικοκυρικής Σχολής Θηλέων του Δήμου Πειραιά (στεγαζόταν εκεί που σήμερα είναι το Δημαρχείο). 

Το κτίριο κατέρρευσε, το καταφύγιο άντεξε αλλά θάφτηκε κάτω από τα χαλάσματα των επάνω ορόφων, με αποτέλεσμα να θαφτούν ζωντανοί όλοι όσοι υπήρχαν στο καταφύγιο. Αμέσως μετά τον βομβαρδισμό, γερμανικά στρατιωτικά τμήματα άρχισαν την προσπάθεια απομάκρυνσης των ερειπίων, ώστε να ελευθερωθούν οι εγκλωβισμένοι. 

Ήταν σούρουπο σχεδόν της ίδιας ημέρας, όταν μαζί με τον φίλο μου, μακαρίτη σήμερα, Πέτρο Ρούσση θελήσαμε να δούμε από κοντά σε ποιά κατάσταση βρισκόταν η πόλη. Βαδίσαμε στην κεντρική οδό Βασιλέως Κωνσταντίνου προς την πλατεία Κοραή (Δημοτικού Θεάτρου). Κρατήρες βομβών ήταν διάσπαρτοι στην πόλη. Πτώματα εξείχαν απ’ αυτούς και ένα σωρό γκριμισμένα σπίτια ήταν γύρω μας. Θυμούμαι χαρακτηριστικά ότι στο πεζοδρόμιο έξω από το κατάστημα διαγωνίως απέναντι του Δημοτικού Θεάτρου υπήρχε ένας τεράστιος κρατήρας από το βάθος του οποίου εξείχε ολόκληρο γυναικείο πόδι με γοβάκι. Κολώνες ηλεκτρικού ήταν πεσμένες και καλώδιά τους ήταν διάσπαρτα εδώ και εκεί. Καταλήξαμε στην γωνία των οδών Ηρώων Πολυτεχνείου και Καραολή – Δημητρίου. Απ’ εκεί βλέπαμε τις προσπάθειες των γερμανικών στρατιωτικών τμημάτων που με το φως προβολέων αυτοκινήτων προσπαθούσαν να αποσύρουν τα χαλάσματα από το καταφύγιο της Ηλεκτρικής. Συγχρόνως άλλα τμήματα περιφρουρούσαν τους γύρω χώρους ώστε να μην πλησιάσουν περίεργοι ή πλιατσικολόγοι. Όμως για κακή τύχη των εγκλωβισμένων σήμανε συναγερμός στις οκτώ για τον δεύτερο βομβαρδισμό. Μετά τους Αμερικανούς ήλθαν οι «σύμμαχοι» Άγγλοι. Ο επικεφαλής της προσπάθειας Γερμανός αξιωματικός σφύριξε, οι στρατιώτες συντάχθηκαν και απεχώρησαν. Όταν την επομένη κατάφεραν να απομακρύνουν τα ερείπια, τους βρήκαν όλους νεκρούς από ασφυξία.”.


Οι Μεταπολιτευτικές Κυβερνήσεις της Αριστεράς και της Δεξιάς, σκοπίμως αποσιώπησαν το συγκεκριμένο έγκλημα που δεν διεπράχθη από τους κακούς Γερμανούς, αλλά από τους καλούς ”συμμάχους” μας που δεν ήταν και το μοναδικό κατά του ελληνικού λαού.


Οι εκτιμήσεις για τα θύματα του εγκληματικού βομβαρδισμού Αμερικανών και Βρετανών, ποικίλουν. Μόνο στο ταφολόγιο του Δημοτικού Νεκροταφείου της Ανάστασης, υπάρχουν τα ονόματα 492 θυμάτων. Άγνωστος θα παραμένει ο αριθμός των νεκρών που ετάφησαν στο πρώτο και το τρίτο Νεκροταφείο Αθηνών. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που ετάφησαν δίχως να δοθούν τα στοιχεία από τους συγγενείς τους, με σκοπό να διατηρήσουν στη κατοχή τους τα ατομικά δελτία τροφίμων, τα οποία ήταν απαραίτητα για τη διανομή του συσσιτίου. 

Υπολογίζεται πως οι νεκροί του συμμαχικού εγκλήματος ανήλθαν σε 5.500 Έλληνες και 8 Γερμανούς στρατιώτες. 

Πλήθη εξαθλιωμένων Ελλήνων, οι οποίοι έχασαν τα λίγα υπάρχοντά τους από τον βομβαρδισμό, άρχισαν να μετακινούνται μαζικά προς την Αθήνα, η οποία χαρακτηρίστηκε ”ανοχύρωτη πόλη”. 

Αξίζει να σημειωθεί οτι από τον βομβαρδισμό, δεν επλήγη κάποιος αξιόλογος γερμανικός στρατιωτικός στόχος. Αντιθέτως, επλήγη το λιμάνι και τα κτίσματα κατά μήκος αυτού, καθώς και το κέντρο του Πειραιά, εργατικές συνοικίες και εκκλησίες. Οι υλικές καταστροφές σε υποδομές ήσαν τεράστιες. Οι μεγαλύτερες καταστροφές σημειώθηκαν στην περιοχή η οποία εκτείνεται από το Σιδηροδρομικό Σταθμό μέχρι την οδό Κολοκοτρώνη, πίσω από το θέατρο. Καταστράφηκαν επίσης τα δίκτυα ηλεκτροδότησης και τηλεφώνου, το δίκτυο νερού και οι υποδομές των συγκοινωνιών.

Οι σύμμαχοι υποστήριξαν πως η επιχείρηση ήταν επιτυχής. Και ήταν πράγματι ”επιτυχής”, μιας και αποδεικνύεται ότι η καταστροφή και τα θύματα, ήταν εκείνα τα οποία επεδίωκαν να πετύχουν. 

Η τακτική αυτή, εφαρμόστηκε άλλωστε και σε άλλους μαζικούς βομβαρδισμούς, όπως εκείνο του Βόλου, της Χίου και της Ζακύνθου, όπου τα θύματα ήταν πάλι αθώοι από τον άμαχο ελληνικό πληθυσμό. Στη περίπτωση της Χίου δε, στόχος του συμμαχικού βομβαρδισμού υπήρξε το λιμάνι, την ώρα που αυτό ήταν κατάμεστο από γυναικόπαιδα, λόγω του ξεφορτώματος προμηθειών και τροφίμων από το σουηδικό πλοίο ”Βίριλ”, του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. 

Ο συμμαχικός βομβαρδισμός της 11ης Ιανουαρίου του 1944, θα παραμείνει ένα καλά φυλαγμένο δημοκρατικό έγκλημα, μέχρι τη μέρα εκείνη που το Φως της Αλήθειας θα λάμψει, φωτίζοντας τη θυσία 5.500 ελληνικών ψυχών!



Σχόλια

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ