Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ "ΔΡΟΜΕΑ"

Το γυάλινο γλυπτό έργο του γλύπτη Κώστα Βαρώτσου δημιουργήθηκε τον Αύγουστο του 1988 στο πλαίσιο της καλλιτεχνικής δράσης «Δρώμενα» που οργάνωνε ο δήμος Αθηναίων επί δημαρχίας Μιλτιάδη Έβερτ και αντιδημαρχίας πολιτισμού Σταύρου Ξαρχάκου. 






Ένα χρόνο νωρίτερα, ο Βαρώτσος είχε εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην ΧΙΧ Biennale του Σάο Πάολο. Το γλυπτό, από γυαλί και σίδερο, σχεδιάστηκε αρχικά με πρόθεση να τοποθετηθεί, όπως και τα έργα των υπόλοιπων καλλιτεχνών που συμμετείχαν στη συγκεκριμένη δράση, σε επιλεγμένα σημεία της πόλης και να παραμείνει εκεί περίπου για ένα μήνα, δηλαδή όσο θα διαρκούσαν τα «Δρώμενα». 

Το γλυπτό που δίχασε 

Η εικαστική δράση επιδίωκε την πειραματική και προσωρινή τοποθέτηση έργων τέχνης σε κεντρικά σημεία της Αθήνας, με στόχο την εξοικείωση των κατοίκων με τους σύγχρονους δημιουργούς και την εικαστική παρέμβαση στο αστικό τοπίο, αφού τα έργα θα τοποθετούνταν ως επί το πλείστον σε εξωτερικούς χώρους.  Όμως, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά για το συγκεκριμένο έργο  ο «Δρομέας» έμελλε να «καταλάβει» την Πλατεία Ομονοίας, όπου και τοποθετήθηκε για πολύ μεγαλύτερο διάστημα από αυτό που αρχικά προβλεπόταν. Συνέχισε τον δρόμο του πέραν του Σεπτεμβρίου του 1988, αφού πρώτα «σημάδεψε» κυριολεκτικά και μεταφορικά το αστικό τοπίο της πόλης. 

Όπως ήταν επόμενο, μια τέτοια εικαστική παρέμβαση, ειδικότερα σε μια πόλη που δεν διακρινόταν για τη σχέση της με τη σύγχρονη τέχνη, δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητη. Ούτε βέβαια να γίνει συνολικά αποδεκτή. Έτσι, το έργο αυτό, μνημειακό τόσο ως προς τις διαστάσεις του (ύψος 8 μέτρα) όσο και ως προς την τομή που υπέφερε με τον όγκο και τα ασυνήθιστα υλικά με τα οποία ήταν κατασκευασμένο. 


Ο "Ξένος" που έγινε "Δρομέας"

Οι συζητήσεις και οι κριτικές δίχασαν την κοινή γνώμη και ο «Δρομέας» έγινε το πρώτο γλυπτό της νεότερης Ελλάδας που απέκτησε τόσους φανατικούς υποστηρικτές, αλλά και φανατικούς εχθρούς. Ο «Δρομέας» έχει ελάχιστη έως καθόλου σχέση με το άθλημα που εμφανίζεται να του δίνει την ονομασία του. Αρχικά το όνομά του ήταν «Ξένος». Όμως για κάποιο λόγο, το πιθανότερο λόγω της φόρμας του γλυπτού που υποδηλώνει κίνηση, επικράτησε η ονομασία «Δρομέας». 


Ο «Δρομέας» στην Ομόνοια



Το έργο του Κώστα Βαρώτσου Η κατασκευή του «Δρομέα» ήταν ένα πολύπλοκο εγχείρημα, που επέτρεπε να αφήσει στο ανθρωπόμορφο γλυπτό να διατηρήσει, παρά τον όγκο και το βάρος των υλικών του, την αμεσότητα και τη «γραμμή» ενός σκαριφήματος. 

Ο Κώστας Βαρώτσος το πέτυχε αυτό ακολουθώντας την ίδια τεχνική που είχε χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά στον «Ποιητή» της Κύπρου (1983). Το γλυπτό το είχε φιλοτεχνήσει αρχικά μέσα στον εσωτερικό χώρο των τειχών της Λευκωσίας στην Πύλη της Αμμοχώστου, για να το μεταφέρει στη συνέχεια στον υπαίθριο χώρο, εντός των τειχών, όπου παραμένει έως σήμερα. 



Το υπερισχύον, σχεδόν αποκλειστικό υλικό του είναι το γυαλί, το οποίο είναι και το εμφανές. 
Τα κομμάτια γυαλιού, τοποθετημένα σε αλλεπάλληλες στρώσεις, προσδίδουν στη σύνθεσή τους περίγραμμα ασαφές, που παραπέμπει στα ελεύθερα σχέδια με μολύβι ή μελάνι. Σε ό,τι αφορά την υλοποίησή τους, τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα. Απαιτείται λεπτομερής αρχιτεκτονικός σχεδιασμός και στατική μελέτη. 


Η παρ’ ολίγον κατεδάφιση 

Ο «Δρομέας», έχοντας κατασκευαστεί για να παραμείνει λίγο διάστημα στην Ομόνοια, δεν είχε δομηθεί με τις κατάλληλες προϋποθέσεις για να διαρκέσει στο χρόνο. Μετά από κάποια χρόνια, άρχισαν να παρουσιάζονται τα πρώτα προβλήματα στη στατικότητα και σταθερότητα της φόρμας του. Επιπλέον, οι επικείμενες εργασίες για την κατασκευή εκεί του μετρό και τη σύνδεσή του με τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο, είχαν ως αποτέλεσμα την απόφαση για «κατεδάφιση» του «Δρομέα» της Ομόνοιας. Εντέλει, αποφασίστηκε η προσωρινή μεταφορά του στην Πλατεία της Μεγάλης του Γένους Σχολής. 

Το έργο επανασχεδιάστηκε, μελετήθηκε στατικά και αφού "ψήλωσε" κατά 4 μέτρα, μεταφέρθηκε τον Μάιο του 1994 στη σημερινή του θέση, επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, απέναντι από το ξενοδοχείο Χίλτον και την Εθνική Πινακοθήκη. 




Σχόλια

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ