Το θύμα της κυρίας Καγιώ και διευθυντής της εφημερίδας Φιγκαρό Στις 16 Μαρτίου, η κυρία Καγιό επισκέφτηκε τα γραφεία της εφημερίδας και ζήτησε να συναντήσει τον διευθυντή της.
Η πέμπτη της βολή βρήκε στόχο. Πέτυχε τον Καλμέτ στο στήθος και τον τραυμάτισε θανάσιμα.
Το θύμα της κυρίας Καγιό και διευθυντής της εφημερίδας Φιγκαρό.
Γιατί η κυρία της υψηλής κοινωνίας έγινε δολοφόνος
Λίγο πριν τη δολοφονία, η εφημερίδα Φιγκαρό είχε ξεκινήσει μια «καμπάνια» εναντίον του συζύγου της κυρίας Καγιό.
Ο άνδρας της ήταν υπουργός Οικονομικών και αρχηγός του Ριζοσπαστικού κόμματος, αλλά είχε διατελέσει και πρωθυπουργός.
Η εφημερίδα δημοσίευε, καθημερινά, άρθρα «επικίνδυνα» για την πολιτική καριέρα του Καγιό.
Τον κατηγορούσε ότι ως πρωθυπουργός είχε έρθει σε μυστικές επαφές με τους Γερμανούς, εν αγνοία του προέδρου της χώρας.
Ήταν η περίοδος της γαλλογερμανικής κρίσης για το Μαρόκο, που έμεινε στην ιστορία ως «Επεισόδιο του Αγαδίρ».
Τον κατηγόρησαν επίσης, λέγοντας ότι είχε επέμβει στο έργο της δικαιοσύνης, πιέζοντας τους δικαστές να αναβάλουν τη δίκη ενός απατεώνα, ονόματι Ροσέτ.
Τέλος, τον κατέκριναν γιατί παράλληλα με το υπουργικό του αξίωμα, ήταν και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου μιας τράπεζας.
Πίσω από αυτές τις αποκαλύψεις της Φιγκαρό, μάλλον ήταν και οι πολιτικοί αντίπαλοι του Καγιό.
Άλλωστε, σύντομα ήταν οι εκλογές και στην πολιτική αυτά ήταν συνηθισμένα.
Αρχικά το σκάνδαλο είχε πολιτικό χαρακτήρα. Όταν όμως οι κατηγορίες πέρασαν και στην προσωπική ζωή του υπουργού, ανέλαβε δράση η σύζυγός του.
Η δολοφόνος, Ανριέτ Καγιό, προσπάθησε να σταματήσει το σκάνδαλο κατά του συζύγου της.
Η σχέση του κυρίου και της κυρίας Καγιό και τα ερωτικά γράμματα
Η Ανριέτ και ο Ζοζέφ Καγιό είχαν ξεκινήσει τη σχέση τους, όταν ο υπουργός ήταν ακόμα παντρεμένος με την πρώτη του σύζυγο, την κυρία Γκετάν.
Η Ανριέτ, που ήταν κι εκείνη παντρεμένη, είχε ήδη χωρίσει.
Το ερωτευμένο ζευγάρι, την περίοδο εκείνη, αντάλλασσε ερωτικά γράμματα, τα οποία έφτασαν στα χέρια του διευθυντή της Φιγκαρό.
Όταν ο δημοσιογράφος απείλησε ότι θα τα δημοσιεύσει, ο φόβος κυρίευσε την κυρία Καγιό. Κατάλαβε ότι το σκάνδαλο θα έπαιρνε «ροζ χαρακτήρα» και θα παρέσυρε και την ίδια στην καταστροφή.
Ο Ζοζέφ Καγιώ δέχτηκε επίθεση από την εφημερίδα Φιγκαρό Παράλληλα με την απειλή για δημοσίευση των φλογερών γραμμάτων, ο Καλμέτ δημοσίευσε ένα γράμμα του υπουργού προς την πρώτη σύζυγό του, στο οποίο παραδεχόταν ότι είχε υποστηρίξει ένα νομοσχέδιο για τον φόρο εισοδήματος, μόνο φαινομενικά και ότι στην ουσία προσπαθούσε να το σαμποτάρει.
Ο κλοιός γύρω από τον Καγιό στένευε ασφυκτικά.
«Θα τον σκοτώσω τον Καλμέτ, δε θα μου γλιτώσει», είπε έξαλλος στη σύζυγό του.
Ο Ζοζέφ Καγιό, για τον οποίο η εφημερίδα Φιγκαρό έγραφε αποκαλυπτικά άρθρα.
Η Ανριέτ φοβήθηκε, ότι ο άνδρας της θα πραγματοποιούσε την απειλή του.
Αφού συμβουλεύτηκε δικηγόρο, που της είπε ότι νομικά δεν μπορούσε να σταματήσει τον Καλμέτ, αφού υπήρχε ελευθεροτυπία, αποφάσισε να τον σκοτώσει η ίδια.
Εκτέλεσε την απόφαση της άμεσα. Λίγες μέρες μετά, η κυρία Καγιό βρισκόταν στο γραφείο του Καλμέτ. Εκείνος κείτονταν στο πάτωμα τραυματισμένος από το περίστροφό της.
Με απόλυτη ψυχραιμία, η δολοφόνος δήλωσε αμέσως μετά: «Εφ’ όσον δεν υπάρχει δικαιοσύνη στη Γαλλία, μόνο το πιστόλι μπορούσε να βάλει τέρμα σε μια ανίερη δυσφημιστική εκστρατεία».
Η σύλληψη και η δίκη της δολοφόνου
Η Ανριέτ Καγιώ στο εδώλιο της κατηγορουμένης |
Η Καγιό φυλακίστηκε, αλλά είχε ανέσεις και παροχές, ασυνήθιστες για τις φυλακές.
Η δίκη της ορίστηκε σχεδόν τέσσερις μήνες μετά, αλλά η κυρία Καγιό δεν πτοήθηκε.
Ήξερε πως η κοινωνική της θέση θα της εξασφάλιζε μια ευχάριστη διαμονή στη φυλακή. Όπως κι έγινε. Το κελί της έμοιαζε με σουίτα ξενοδοχείου, ενώ η καθημερινότητά της δεν θύμιζε σε τίποτα, καθημερινότητα κρατούμενης.
Δεχόταν καλεσμένους, διάβαζε μυθιστορήματα και απολάμβανε εκλεκτά γεύματα και εδέσματα.
Ο σύζυγός της, μετά από τρεις αποτυχημένες προσπάθειες, κατάφερε να παραιτηθεί από υπουργός Οικονομικών. Παρέμεινε όμως αρχηγός του Ριζοσπαστικού κόμματος και ξεκίνησε μια σκληρή προεκλογική μάχη, την οποία κέρδισε.
Μετά τις εκλογές, υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με τον αρχηγό του Σοσιαλιστικού κόμματος, με τον όρο να αποφυλακιστεί η κυρία Καγιό.
Στη δίκη, η κατηγορουμένη εμφανίστηκε απαστράπτουσα. Οι δημοσιογράφοι είχαν κατακλύσει την αίθουσα.
Στην κατάθεσή της, η κυρία Καγιό υποστήριξε πως η δολοφονία ήταν ένα ατύχημα.
Είπε στους δικαστές, ότι το μόνο που ήθελε, ήταν να φοβίσει τον διευθυντή της εφημερίδας για να τις επιστρέψει τις φλογερές επιστολές και να μη συνεχιστεί το σκάνδαλο.
Υποστήριξε πως η απειρία της στον χειρισμό του όπλου, οδήγησε στην εκπυρσοκρότηση του.
«Θα ήταν καλύτερα να είχαν δημοσιευτεί μερικά γράμματα, παρά να γίνει αυτό που έγινε», είπε και συγκίνησε τους ενόρκους.
Η κατάθεση του ίδιου του Καγιό, χαρακτηρίστηκε θρίαμβος.
Ο υπουργός υπερασπίστηκε τη σύζυγό του και καταδίκασε τις πράξεις του Καλμέτ και των πολιτικών του αντιπάλων.
Το δικαστήριο αθώωσε τη δολοφόνο. Το δράμα της είχε αίσιο τέλος.
Η κυρία Καγιό έγινε μια διάσημη «αθώα» δολοφόνος.
Στην υπόθεση «Καγιό» ενεπλάκη και ο αθηναϊκός Τύπος.
Το 1914, λίγο μετά τη δολοφονία του Καλμέτ, ο απατεώνας Ροσέτ, που είχε βοηθηθεί από τον Καγιό, ήταν επικηρυγμένος έναντι 500 χιλιάδων φράγκων.
Την πρωταπριλιά, μια αθηναϊκή εφημερίδα δημοσίευσε, πως ο διαβόητος απατεώνας συνελήφθη στην Αθήνα και κρατείται στις Κεντρικές Ενωμοτίες.
Η είδηση δημιούργησε σάλο. Πλήθος κόσμου συγκεντρώθηκε έξω από το υποτιθέμενο σημείο που βρισκόταν ο Ροσέτ και ήθελε να γνωρίσει τους αστυνομικούς, που θα εισέπρατταν το μεγάλο ποσό της επικήρυξης.
Σύντομα όμως, αποκαλύφθηκε ότι επρόκειτο για πρωταπριλιάτικη φάρσα. Ο Ροσέτ κυκλοφορούσε ελεύθερος και ατιμώρητος. Όπως και η σύζυγος του πολιτικού. Η κυρία Καγιό, που διέπραξε φόνο εκ προμελέτης.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου