Ποιά είναι η νήσος Σάσων και πως ο Ελ,. Βενιζέλος την χάρισε στην Αλβανία


Μπροστά στήν εἴσοδο τοῦ κόλπου Αὐλώνας σέ ἀπόσταση περίπου τριῶν μιλίων βρίσκεται ἕνα γραφικό νησί. Τό ὄνομά του Σάσων ἤ Σασώ εἶναι πανάρχαιο. Ἀπό τό δεύτερο πρό Χριστοῦ αἰώνα τό ἀναφέρει ὁ ἱστορικός Πολύβιος καί ὁ ἀρχαῖος γεωγράφος Σκύλακας ὁ Καρυανδέας. Μνημονεύεται ἐπίσης καί ἀπό τούς γεωγράφους Στράβωνα, Κλαύδιος Πτολεμαῖο, καθώς καί ἀπό τό Ρωμαῖο Ναύαρχο καί ἱστορικό Πλίνιο, ὡς ὁρμητήριο πειρατῶν. 







Οἱ Ἰταλοί τό ἀποκαλοῦν Σαζένο (Saseno) καί οἱ Ἀλβανοί Σαζάνη (Sazan ή Sazani).



 Ἐκτείνεται μόλις δυόμισυ ναυτικά μίλια ἀπό βορά πρός νότο καί τό μέγιστο πλάτος του δέν ξεπερνᾶ τό ἕνα μίλι. Τό μέγιστο ὕψος του εἶναι τριακόσια τριάντα ἕνα μέτρα. Ἀποτελεῖται ἀπό δύο λόφους πού ξεγελοῦν ἀπό μακριά, δίνοντας τήν ἐντύπωση ὅτι ὑπάρχουν δύο ξεχωριστά νησιά. Ἀπό νότο τό προσεγγίζει σέ ἀπόσταση τριῶν ναυτικῶν μιλίων ἡ ἄκρα Λιγκουέτα (Gjuherzes) τῆς χερσονήσου τῶν Ἀκροκεραυνίων, ἐνῶ ἀνατολικά ἡ πλησιέστερη ἀπόστασή του ἀπό τήν ἠπειρωτική ξηρά εἶναι τεσσεράμισυ ναυτικά μίλια. Καθώς τά βάθη γύρω ἀπό τό νησί εἶναι μεγάλα ἐπιτρέπεται ἡ διέλευση ἀκόμα καί μεγάλων πλοίων. Μισό μίλι νοτιότερα ἀπό τή βορειοδυτική ἄκρη, σέ ὕψος ἑκατόν ἐνενήντα ὀκτώ μέτρων λειτουργεῖ φάρος. Ὑπάρχει μαρτυρία καί γιά ἐρείπια φρουρίου στό νησί, πιθανόν Ρωμαϊκοῦ. Ὁ λιμένας στό βορειότερο τμῆμα τῶν ἀνατολικῶν ἀκτῶν του εἶναι ἀσφαλής.




Προφυλάσσεται ἀπό κυματοθραύστη καί λιμενοβραχίονα. Παλαιότερα ἡ περιοχή τοῦ λιμένα ὀνομαζόταν «Ἅγιος Νικόλαος». Τό ὄνομά της τό εἶχε πάρει ἀπό μιά μικρή ἐκκλησία πού λειτουργοῦσε ἐκεῖ καί καταστράφηκε τό 1788 ἀπό Τούρκους τοῦ Αὐλώνα. 



Τό ἀπόκρημνο ἔδαφος τοῦ νησιοῦ καθώς καί οἱ ἀπότομοι βράχοι καί τό πλῆθος τῶν ὑφάλων πού σχηματίζουν γύρω του φυσικά κωλύματα, ἀπαγορεύουν τήν προσέγγιση ἀπό τή θάλασσα, καθιστῶντας το ἀπόρθητο κάστρο. Τό νησί γενικά εἶναι ἄγονο ἀλλά προσφέρεται γιά τή βοσκή αἰγοπροβάτων. Παρά τή σχετικά μικρή του ἔκταση πού δέν ξεπερνᾶ τά 5,2 τετραγωνικά χιλιόμετρα, μποροῦσε νά ἐκτρέφει στό παρελθόν 8000 πρόβατα, περισσότερα ἀπό 300 κατσίκια καθώς καί πλῆθος βοοειδῶν.




Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει νά σταθοῦμε στή στρατηγική ἀξία τοῦ νησιοῦ πού συνδέεται ἄμεσα μέ τήν ἀντίστοιχη στρατηγική σημασία τῆς εὐρύτερης περιοχῆς του, δηλαδή τῆς Ἀδριατικῆς. Ὅσο μικρό κι ἄν εἶναι τό νησί, ἡ σημασία του εἶναι τεράστια. Αὐτό ὀφείλεται στή θέση του. Βρίσκεται στό ἀνατολικό ἄκρο τοῦ στενοῦ τοῦ Ὀτράντο. Τό στενό αὐτό, εὔρους σαράντα ναυτικῶν μιλίων μεταξύ Ἀλβανίας καί Ἰταλίας, ἀποτελεῖ τήν πύλη τῆς Ἀδριατικῆς! Αὐτό εἶναι ἐκεῖνο τό στοιχεῖο πού δίνει στό μικρό καί ἄγονο νησί μιά τόσο σημαντική στρατηγική ἀξία πού τή μοιράζεται μέ τό ἄλλο ἄκρο τοῦ στενοῦ, τό δυτικό πού ἀποτελεῖται ἀπό τήν ἄκρα Σάντα Μαρία ντί Λέουκα καί τήν ἄκρα Ὀτράντο τῆς Ἰταλίας. Εἶναι εὔκολα κατανοητό ὅτι ἡ Δύναμη πού ἐλέγχει τήν εἴσοδο τοῦ στενοῦ ἐλέγχει μιά ἀπό τίς σημαντικότερες θάλασσες τῆς περιοχῆς μας, γεγονός πού ἀποτελεῖ σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα σέ ὁλόκληρη τή Μεσόγειο! Γιά τούς λόγους αὐτούς τό ἐνδιαφέρον γιά στρατηγικό ἔλεγχο τῆς Ἀδριατικῆς δέν εἶναι καθόλου καινούργιο. Πρῶτοι οἱ Ρωμαῖοι ἀντιλήφθηκαν τή μεγάλη ἀξία της καί ἔκτισαν ὀχυρωματικά ἔργα. 

Στή διάρκεια τῆς μεσαιωνικῆς Αὐτοκρατορίας μας, τή λεγόμενη Βυζάντιο σήμερα, τό ἐνδιαφέρον περιορίστηκε σχετικά. Ὁ στρατηγικός προσανατολισμός τότε ἦταν πρός βορά καί κυρίως πρός ἀνατολάς. Μέ τήν ἐμφάνιση ὅμως τῶν Τούρκων, ἡ ἀξία τῆς περιοχῆς ἀναβαθμίστηκε. Πλῆθος διεθνεῖς συνθῆκες εἶχαν στόχο τους τήν ἐξασφάλιση τοῦ ἐλέγχου τῆς Ἀδριατικῆς, πότε ὑπέρ τῆς μίας καί πότε ὑπέρ τῆς ἄλλης Μεγάλης Δυνάμεως.





Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅμως ὅτι ἱστορικά ἡ Σάσων, τό Γιβραλτάρ τῆς Ἀδριατικῆς, ἀνήκει στά Ἰόνια νησιά. Ἀπό τό 1696, μετά ἀπό 125 χρόνια Τουρκικῆς κατοχῆς, τό βρίσκουμε μαζί μέ τά ὑπόλοιπα Ἰόνια νησιά κάτω ἀπό Ἑνετική ἐπικυριαρχία, ἐνῶ στή συνέχεια ἀκολούθησε τή μοίρα τῶν Ἰονίων Νήσων σέ ὅλες τίς διεθνεῖς ἐξελίξεις. 


Μέ τή Συνθήκη τοῦ Κάμπο - Φόρμιο τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1797 μεταξύ Γαλλίας καί Αὐστρίας περιῆλθε μαζί μέ τά Ἑπτάνησα στή Γαλλία, ὅπως καί ὅλες οἱ «… ἄλλοτε Βενετικαί κτήσεις εἰς τήν Ἀλβανίαν, πού κεῖνται νοτίως τοῦ κόλπου τοῦ Δρίνου». 



Συμπεριλήφθηκε στή Συνθήκη τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τό Μάρτιο 1800 μεταξύ Τούρκων καί Ρώσων, γιά τή συγκρότηση τῆς Δημοκρατίας τῶν Ἑπτανήσιων. 




Ἀκολούθησε ἡ Συνθήκη τῆς Ἀμιένης τό Μάρτιο 1802, μεταξύ Γαλλίας, Ἀγγλίας, Ἱσπανίας ὅπου ἀναγνωρίζεται ἡ Ἑπτάνησος Πολιτεία καί κατοχυρώνεται τό καθεστώς προστασίας τῶν Συμμάχων Δυνάμεων καί φθάσαμε στή Συνθήκη τῶν Παρισίων τό 1815 μεταξύ Γαλλίας καί τῶν τεσσάρων Συμμάχων Αὐστρίας, Ἀγγλίας, Πρωσσίας καί Ρωσίας μέ τήν ὁποία ἀναγνωρίσθηκαν οἱ Ἰόνιοι Νῆσοι σάν ἐλεύθερη καί ἀνεξάρτητος Πολιτεία ὑπό Ἀγγλική προστασία. 



Στήν ἐξουσία τῆς Ἰονίου Πολιτείας, σύμφωνα μέ διευκρίνιση τῆς 17ης Νοεμβρίου 1825 περιλαμβανόταν καί ἡ Σάσων σάν μιά ἀπό τίς νήσους «… μέ τά ἐξαρτήματά των, ὅπως ἀναφέρονται εἰς τήν Συνθήκη τῆς Κωνσταντινουπόλεως τῆς 21ης Μαρτίου 1800». Γι᾽ αὐτό μέ τήν ἐγκατάσταση τῆς Ἰονίου Πολιτείας, ἕνα Ἀγγλικό Πολεμικό Πλοῖο ἔπλευσε στή Σάσωνα πού τήν κατέλαβε ὑποστέλλοντας τήν Ὀθωμανική Σημαία καί ὕψωσε τή Σημαία τῆς Ἰονίου Πολιτείας. Στή συνέχεια οἱ Τοῦρκοι προσπάθησαν πολλές φορές νά ἀνακαταλάβουν τή Σάσωνα εἰδικά μεταξύ τῶν ἐτῶν 1850 ἕως 1859, ἀλλά ἐκδιώχθηκαν ἀπό τίς Βρεταννικές Στρατιωτικές Δυνάμεις.



Ἡ παραχώρηση τῶν Ἰονίων Νήσων στήν Ἑλλάδα ἔγινε μέ τή Συνθήκη τοῦ Λονδίνου τόν Μάρτιο τοῦ 1864. Ἡ νῆσος Σάσων ἀκολουθοῦσα τή μοίρα τῶν Ἑπτανήσιων θά ἔπρεπε κανονικά νά ἐνσωματωθεῖ στήν Ἑλλάδα. Δυστυχῶς ὅμως δέν ὑψώθηκε ἡ Κυανόλευκος σ’ αὐτή τή νῆσο εἴτε «ἐξ ἀκατανοήτου μυωπίας καί ἀβλεψίας», εἴτε γιατί θεωρήθηκε «τελείως ἄχρηστη, διότι ἦταν τελείως ἄγονος». 

Οἱ Τοῦρκοι ὅμως ἀπό τή γειτονική Αὐλώνα καιροφυλακτοῦσαν! Ἐπωφελήθηκαν ἀπό τό ἀσυγχώρητο λάθος μας καί ἔσπευσαν νά κατοχυρώσουν τήν κυριαρχία τους σέ αὐτό τό «ἄγονο» νησί. Φρόντισαν μάλιστα νά ἐγκαταστήσουν φάρο πού λειτούργησε τό 1871.




Στή διάρκεια τοῦ Α’ Βαλκανικοῦ Πολέμου στίς 15 Νοεμβρίου τοῦ 1912, ὁ Διοικητής Ὁμάδας Ἀτμομυοδρομώνων τῆς Μοίρας Ἰονίου, Ἀντιπλοίαρχος Κωνσταντῖνος Γεωργαντᾶς, ἐπιβαίνων τοῦ Ἀτμομυοδρόμωνος ΠΗΝΕΙΟΣ ὅπου ἦταν Κυβερνήτης ὁ Πλωτάρχης Ἀναστάσιος Ἀνδρεάδης, ἀπελευθέρωσε τή νῆσο καί ὕψωσε τήν Ἑλληνική Σημαία. Ἡ ἀπελευθέρωση γιορτάσθηκε μέ μεγάλο ἐνθουσιασμό ἀπό τίς δεκαπέντε Ἑλληνικές Οἰκογένειες κτηνοτρόφων πού κατοικοῦσαν ἐκεῖ. Παντοῦ κυμάτιζε ἡ Ἑλληνική Σημαία! Μιά μεγάλη γιορτή εἶχε ἀρχίσει σ’ αὐτό τό ἀκριτικό Ἑλληνικό νησί. Ἀμέσως στίς 21 Νοεμβρίου ἄρχισε μέ τή φροντίδα τοῦ Ἀντιπλοιάρχου Γεωργαντᾶ νά λειτουργεῖ ξανά καί ὁ φάρος τοῦ νησιοῦ. Ὅλα ἔδειχναν πώς ἡ Ἑλληνική κυριαρχία εἶχε σκεπάσει στοργικά τό νησί. 


Δυστυχῶς ὅμως αὐτό δέν κράτησε γιά πολύ. Οἱ Μεγάλες Δυνάμεις εἶχαν ἄλλα σχέδια!!! Μετά ἀπό πιέσεις τῆς Ἰταλίας συμφώνησαν μεταξύ τους τήν παραχώρησή της στήν Ἀλβανία μέ τό Πρωτόκολλο τῆς Φλωρεντίας στίς 13 Φεβρουαρίου 1914. 


Στή συνέχεια καί ἐνῶ βρισκόταν στήν ἐξουσία ἡ Κυβέρνηση τοῦ Ἐλευθέριου Βενιζέλου, ἡ Ἑλληνική Βουλή ἔκανε κάτι τό πρωτοφανές: μέ τό Νόμο 272 τῆς 5ης Ἰουνίου τοῦ 1914 παραχώρησε τή νῆσο Σάσωνα στήν Ἀλβανία!!! 


Έτσι, η κυβέρνηση Βενιζέλου έφερε στις 5 Μαΐου 1914 νομοσχέδιο με δύο άρθρα, σύμφωνα με τα οποία:




Άρθρον 1 : Eπιτρέπεται εις την Κυβέρνησιν η εις την αλβανικήν επικράτειαν παραχώρησις της νησίδος Σάσωνος, ανηκούσης του Ελληνικού Βασιλείου, δυνάμει του 2ου άρθρου της περί παραχωρήσεως των Ιονίων νήσων Συνθήκης του Λονδίνου της 17/29 Μαρτίου 1864


Άρθρον 2: Η ισχύς του παρόντος νόμου έρχεται από της εις την Εφημερίδαν της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεως αυτού,


ΕΝ Αθήναις της 5ης Μαΐου 1914
Το Υπουργικόν Συμβούλιον
Ο Πρόεδρος : Ελευθέριος Βενιζέλος


Τα μέλη : Γ. Στρέιτ, Α. Διομήδης, Κ. Ρακτιβάν, Κ. Δεμερτζής, Ε. Ρέπουλης, Α. Μιχαλακόπουλος, Ι. Τσιριμώκος



Η κυβέρνηση δέχτηκε  επίθεση  από τους Ν. Στράτο, Γ. Θεοτόκη, Δ. Γούναρη και Κ. Κουμουνδούρο (κάποιοι από αυτούς εκτελέστηκαν στο Γουδή το 1922).

Ο Ε. Βενιζέλος έδωσε κάποιες, ανεπαρκείς κατά την ταπεινή μας άποψη, εξηγήσεις. Είπε χαρακτηριστικά ότι  «η Σάσων ουδέποτε υπήρξε ελληνική» (!).



Στίς 2 Ἰουλίου, ἐκτελῶντας ἐντολή τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως, ἀπεχώρησε ἡ Ἑλληνική φρουρά, ὑποστέλλοντας τή Σημαία μας. Οἱ δυστυχεῖς κάτοικοι τοῦ νησιοῦ ἀφέθηκαν τελείως ἀπροστάτευτοι.  Λίγες μέρες μετά τήν ἐγκληματική ἐγκατάλειψή τους, στίς 16 Ἰουλίου 1914, σφαγιάσθηκαν μέ τόν ἀγριότερο τρόπο!!!


Ἡ Ἰταλία ἀπό τήν ἀρχή τοῦ περασμένου αἰώνα εἶχε ἀρχίσει νά ἐκδηλώνει ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά ἀπόκτηση ἐλέγχου στήν περιοχή. Γι’ αὐτό καί οἱ «περιπέτειες» τῆς Σάσωνος δέν σταμάτησαν. Τό 1915, στίς 26 Ἀπριλίου ἔγινε ἡ Συμφωνία τοῦ Λονδίνου. Μ’ αὐτή, ἡ Ἰταλία πέτυχε καί τήν οὐδετεροποίηση τοῦ Στενοῦ τῆς Κέρκυρας, ἐνῶ ἀποφασίσθηκε ἡ παραχώρηση τῆς νήσου Σάσωνα καί τοῦ Αὐλώνα στήν Ἰταλία. Μέσα σ’ αὐτό τό πλαίσιο, ἡ Ἰταλία ἄρχισε νά καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες γιά νά ἀποκτήσει ἐπιρροή στό νεοσύστατο κράτος τῆς Ἀλβανίας. Στή συνέχεια ἐναντιώθηκε σέ κάθε προσπάθεια ἀπελευθερώσεως τῆς μαρτυρικῆς Βορείου Ἠπείρου. Μεγάλος ἐκφραστής αὐτοῦ τοῦ ἐνδιαφέροντος καί εἰδικά γιά μιά «προέχουσα θέση στήν Ἀδριατική» ὅπως δήλωναν τότε διπλωματικά οἱ Ἰταλοί, ὑπῆρξε ὁ Μουσσολίνι. Ἀφοῦ ὁ δικτάτορας τῆς Ἰταλίας ἐξασφάλισε τήν ἐπιρροή του στήν Ἀλβανία, ἄρχισε νά ἐποφθαλμιᾶ καί τήν Κέρκυρα. Τήν ἀφορμή δέν ἄργησε νά τή βρεῖ. Ἦταν ἡ δολοφονία ἀπό ἄγνωστους κακοποιούς τοῦ Ἰταλοῦ Στρατηγοῦ Ἐνρίκο Τελλίνι καί τῆς συνοδείας του στίς 27 Αὐγούστου 1923 στήν Κακαβιά. Ὁ Ἰταλός Ντοῦτσε διέταξε τήν κατάληψη τῆς Κέρκυρας. Τό ἔργο αὐτό ἐκτελέσθηκε στίς 31 Αὐγούστου 1923, ἀπό μέρος τοῦ Ἰταλικοῦ στόλου ὑπό τό Ναύαρχο Σαλάρι. Τά Ἰταλικά πλοῖα ἀποβίβασαν στρατό κατοχῆς ἀφοῦ πρῶτα βομβάρδισαν ἀνηλεῶς τήν πόλη τῆς Κέρκυρας φονεύοντας πολλούς ἀμάχους καί καταστρέφοντας πλῆθος κτισμάτων ἀκόμα καί ἐκκλησίες! Ἡ Ἰταλική κατοχή τερματίσθηκε σέ λίγες μέρες. Στίς 27 Σεπτεμβρίου 1923 οἱ Ἰταλοί ξαναγύρισαν στήν χώρα τους, ὕστερα ἀπό πιέσεις τῶν συμμάχων μας καί ἰδίως τῆς Μεγάλης Βρεταννίας πού δέν ἤθελε νά ἀφήσει στήν Ἰταλία τόν πλήρη ἔλεγχο καί τῶν δύο σημείων τῆς εἰσόδου στήν Ἀδριατική. Ἀφοῦ λοιπόν ἡ Κέρκυρα σώθηκε λόγω τῆς στρατηγικῆς θέσεώς της, ἡ Ἰταλία ἔρριξε ὅλο τό βάρος της στή νῆσο Σάσωνα. Σημαντικός ἦταν ὁ ἐκσυγχρονισμός τῶν ἐγκαταστάσεών της πού ὁλοκληρώθηκε στίς 7 Ἀπριλίου τοῦ 1939 καί τή μετέτρεψε σέ μιά ἰσχυρότατη Ναυτική Βάση. Μιά Βάση πού στή συνέχεια φάνηκε πολύ χρήσιμη στίς δυνάμεις τοῦ Ἄξονα σ’ ὅλη τή διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ὅπου παρατηρήσαμε χωρίς νά μᾶς ἐκπλήσσει τή μεγάλη ἔξαρση τοῦ ἐνδιαφέροντος γιά τήν Ἀδριατική ἀπό ὅλες τίς ἐμπλεκόμενες δυνάμεις. Σέ ὅλη αὐτή τήν περίοδο, οἱ ἄρτια ὀργανωμένες Δυνάμεις τοῦ Ἄξονα ἀσκοῦσαν ἐπιχειρησιακό ἔλεγχο στήν περιοχή τῆς Ἀδριατικῆς μέ ὁρμητήριο τό νησί Σάσων ἀπ’ ὅπου ἐπιχειροῦσαν τά Ὑποβρύχιά τους τόσο πρός βορά ὅσο καί πρός νότο.

Μετά τό τέλος τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέ τή συντριπτική ἥττα τοῦ Ἄξονα καί μέ τή Συνθήκη Εἰρήνης τῶν Παρισίων στίς 10 Φεβρουαρίου 1947, ἡ Σάσων περιῆλθε ὁριστικά πιά στήν Ἀλβανία. Ἀμέσως ἡ Ἀλβανία ἔστειλε 6 Ἀξιωματικούς τοῦ Ναυτικοῦ ἐπικεφαλῆς στρατιωτικῆς δυνάμεως πού ἐγκαταστάθηκε γιά τή φρούρηση τοῦ νησιοῦ. Ὀξυδερκής ὁ δικτάτορας τῆς Ἀλβανίας, Ἐμβέρ Χότζα (Enver Hoxha), ἐκτιμῶντας σωστά τή μεγάλη στρατηγική ἀξία τοῦ νησιοῦ καί γνωρίζοντας ὅτι ἡ Χώρα του δέν θά μποροῦσε μόνη της νά ἀξιοποιήσει τίς στρατιωτικές του δυνατότητες, ἀποφάσισε νά τό παραχωρήσει στή Σοβιετική Ἕνωση. Τό γεγονός αὐτό μετέτρεψε τήν Ἀλβανία σέ πολύτιμο σύμμαχο τῶν Σοβιετικῶν. Οἱ ἐργασίες γιά τήν στρατηγική ἀξιοποίηση τοῦ νησιοῦ ξεκίνησαν τό καλοκαίρι τοῦ 1948. Τόν Ἰούλιο αὐτοῦ τοῦ ἔτους ἀποβιβάσθηκε μιά ὁμάδα Ἀξιωματικῶν εἰδικῶν σέ θέματα ὀχυρώσεως καί ἐγκαταστάσεως πυραύλων. Ἀκολούθησε ἡ ἀποβίβαση ἑνός πλήθους ἰσχνῶν, ρακένδυτων καί ἐλεεινῶν στήν ὄψη ἀνθρωπίνων ὑπάρξεων πού προερχόντουσαν ἀπό τίς Χῶρες πού βρισκόντουσαν τότε κάτω ἀπό τόν ἔλεγχο τοῦ Κρεμλίνου. Μέ φρικτές συνθῆκες συνεχοῦς ἐργασίας μέρανύκτα κατά τό σοβιετικό πρότυπο, ἄρχισαν ἐντατικές ἐργασίες πού διήρκεσαν μέχρι τό φθινόπωρο τοῦ 1952.



Μέσα σέ θαλάσσιες στοές πού δημιουργήθηκαν στό νησί, ἄρχισαν νά σταθμεύουν περισσότερα ἀπό τέσσερα ὑπερσύγχρονα ὑποβρύχια ἕτοιμα νά κλείσουν τό στενό τοῦ Ὀτράντο καί νά ἀπομονώσουν τήν Ἀδριατική. Ἡ Βάση ἐξοπλίσθηκε μέ πυρηνικά ὅπλα καί ὑπερσύγχρονους σοβιετικούς πυραύλους τῶν ὁποίων τό βεληνεκές ὑπερκάλυπτε σημαντικότατο μέρος τῆς Ἀδριατικῆς καθώς καί τοῦ Ἰονίου. Ἐπίσης ὑπερκάλυπτε μεγάλο μέρος τῆς Ἰταλικῆς χερσονήσου καί βεβαίως ἔλεγχε ἀπόλυτα τόν Τάρα τήν κυριότερη Ναυτική Βάση τῶν Ἰταλῶν σέ ἀπόσταση μόλις 45 μιλίων. Στήν κορυφή Ravina λειτούργησε ὑπερσύγχρονο γιά τήν ἐποχή του ραντάρ ἀέρος καί ἐπιφανείας. Ἡ ἐμβέλειά του κάλυπτε ὅλο τό θαλάσσιο χῶρο μέχρι τήν Ἰταλία. Παράλληλα ἐγκαταστάθηκαν καί πλῆθος πυροβολαρχίες γιά ἀντιαεροπορική κάλυψη, ἐνῶ γιά μακρά προστασία τῶν ἐγκαταστάσεών της, ἐξοπλίσθηκαν μέ παρόμοιο τρόπο καί τά ὄρη Karaburum πού βρίσκονται στή βορειοηπειρωτική ἀκτή νότια τῆς Σάσωνος καί κατασκευάσθηκαν τρία ἀεροδρόμια μέ ὑπόγειες θέσεις ἀποκρύψεως ἀεροσκαφῶν καθώς καί ὑπόγειες ἀποθῆκες καυσίμων ἀνταλλακτικῶν καί πυρομαχικῶν. Τό ἕνα στόν Αὐλώνα, τό ἄλλο νοτιοδυτικά τῆς κοιλάδας Dukatti καί τό τρίτο ἀνατολικά τοῦ ποταμοῦ Sushitsa. Στό νησί δημιουργήθηκε καλό ὁδικό δίκτυο γιά τίς μετακινήσεις τοῦ προσωπικοῦ, κτίσθηκαν πολλά σπίτια γιά τή στέγαση τῶν οἰκογενειῶν τοῦ ἐγκατεστημένου προσωπικοῦ καί ἄρχισαν νά λειτουργοῦν σχολεῖα πρωτοβάθμιας καί δευτεροβάθμιας ἐκπαιδεύσεως.

Νατοϊκό ἀντίβαρο σ’ αὐτές τίς ἐπιδιώξεις τῶν συμμάχων τῆς Ἀλβανίας, βρέθηκε τότε ἡ Ἰταλία. Τό Ἰταλικό Ναυτικό διέθεσε στή Συμμαχία ἀξιόμαχες ἀνθυποβρυχιακές μονάδες ἐπιφανείας καί ἀέρος, παράλληλα μέ ἱκανό ἀριθμό Ὑποβρυχίων. Ἡ Ἑλλάδα σάν μέλος καί ἐκείνη τοῦ Ν.Α.Τ.Ο. θά μποροῦσε ἴσως νά μοιρασθεῖ ἕνα τέτοιο ρόλο. Δυστυχῶς ὅμως ἡ τουρκική ἀπειλή ἀπομάκρυνε τά στρατηγικά μας ἐνδιαφέροντα ἀπ’ αὐτή τήν τόσο σημαντική περιοχή, ἀφήνοντας ὁλόκληρο τό χῶρο στή σύμμαχο Ἰταλία. Γι’ αὐτό ἡ ναυτική παρουσία μας ἦταν σχεδόν μηδαμινή καί περιοριζόταν στήν κατά καιρούς παρουσία ἑνός καί μόνου Πολεμικοῦ Πλοίου στό λιμένα Κερκύρας, πού ἐκτελοῦσε μικρές περιπολίες.



Τό 1961 δημιουργήθηκε ἕνα ἀγεφύρωτο χάσμα στίς σχέσεις Ἀλβανίας καί τῆς τότε Σοβιετικῆς Ἑνώσεως. Ὁ δικτάτορας Ἐμβέρ Χότζα διώχνει τότε τούς Σοβιετικούς ἀπό τή Σάσωνα ἀλλά κρατᾶ τά Σοβιετικά ὑποβρύχια. Τό νησί παραμένει Ναυτική Βάση τῆς Ἀλβανίας καί οἱ πολυτελεῖς κατοικίες τῶν Σοβιετικῶν Ἀξιωματικῶν χρησιμοποιήθηκαν γιά τόν παραθερισμό τῶν οἰκογενειῶν τῶν Ἀλβανῶν Ἀξιωματικῶν καθώς καί τῆς νομενκλατούρας τοῦ «Ἀλβανικοῦ Κόμματος Ἐργασίας», δηλαδή τοῦ Κομμουνιστικοῦ Κόμματος. Ἡ Ἀλβανία εἶχε ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν ἐπιρροή τῆς Σοβιετικῆς Ἑνώσεως. Δέν ἄργησε ὅμως νά βρεῖ στή Λαϊκή Δημοκρατία τῆς Κίνας τό νέο ἀφεντικό της καί τόν καινούργιο της προστάτη. Στό πλαίσιο νέων στρατηγικῶν της ἐπιδιώξεων πού ὑπαγορευόντουσαν ἀπό τή νέα πολυπληθῆ σύμμαχό της, ἀξιοποίησε μέ τόν καλύτερο δυνατό τρόπο τή Ναυτική Βάση της στή Σάσωνα. Σέ περίπτωση πολέμου εἶναι βέβαιο ὅτι ἀπ’ αὐτή τή Βάση τά ὑποβρύχιά της, μέ τήν ἱκανότητά τους γιά πολύωρη παραμονή ὑπό τήν ἐπιφάνεια θά μποροῦσαν νά παίξουν μέ ἐπιτυχία τόν στρατηγικό τους ρόλο μόνα τους ἤ καί μέ τή βοήθεια ἄλλων



Το 1990 με την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος, η Bάση υποβαθμίσθηκε και το νησί σχεδόν ερημώθηκε. Το έτος 1993 πήγε στο νησί ο  Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Μάνφρεντ Βέρνερ. Ήταν η πρώτη επίσκεψη Δυτικού Αξιωματούχου. Δεν έγινε όμως σε κανένα γνωστός ο σκοπός της επισκέψεως του. Πολύ πιθανόν να υπήρχε κάποιο Νατοϊκό ενδιαφέρον. Αυτό όμως που είναι βέβαιο είναι ότι η Αλβανική Κυβέρνηση έχοντας υπόψη της την αξία της Σάσωνος αλλά και τους στρατηγικούς στόχους της Ιταλίας φρόντισε να ωφεληθεί όσο ήταν δυνατό απ’ αυτό. Όπως γνωρίζουμε όλοι, η Αλβανία δεν είχε ποτέ αξιόλογες στρατιωτικές δυνάμεις. Γι’ αυτό και δεν μπόρεσε ποτέ να διεκδικήσει μια ισχυρή θέση στο διεθνές «γίγνεσθαι». Μπόρεσε όμως να εκτιμά σωστά το εθνικό συμφέρον της. Πάντα ενεργούσε σύμφωνα μ’ αυτό! Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο εκμεταλλεύθηκε και πάλι τη Σάσωνα. Ο Αλβανός Πρωθυπουργός Παντελί Mάικο δεν άργησε να την παραχωρήσει στους Iταλούς. Τη Τρίτη 10 Νοεμβρίου 1998 υπεγράφηκε στη Ρώμη η «οικονομική συμφωνία» Ντ’ Αλέμα – Μάικο. Μετά τη συμφωνία αυτή η Ιταλία απέκτησε το δικαίωμα εγκατάστασης στο έδαφος της νήσου μίας ισχυρής υπερσύγχρονης στρατιωτικής δυνάμεως για έλεγχο του στενού του Οτράντου, με πρόσχημα την αποτροπή της διακινήσεως των λαθρομεταναστών. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, έχει δημιουργηθεί και λειτουργεί ισχυρή Ιταλική Βάση επανδρωμένη με περισσότερους από τριακόσιους στρατιωτικούς με υπερσύγχρονο εξοπλισμό. Το σημαντικό αυτό νησί σήμερα βρίσκεται στη γεωστρατηγική σφαίρα των Ιταλικών συμφερόντων. Αυτό που δεν πέτυχε ο Μουσολίνι το 1923 με την κατάληψη της Κέρκυρας από τον Ιταλικό στόλο, το πέτυχε σήμερα η Χώρα του με τον πιο ανώδυνο τρόπο. Το αντάλλαγμα είναι η δέσμευση της Ιταλίας για χρηματοδότηση προγράμματος ύψους τριακοσίων σαράντα δισεκατομμυρίων λιρετών με μορφή δωρεάν βοήθειας ή με την παροχή χαμηλότοκων δανείων.  Στο «πακέτο» περιλαμβάνεται και η αποκατάσταση του αλβανικού ηλεκτρικού δικτύου, ο εξοπλισμός δύο ταξιαρχιών, η κατασκευή δρόμου μήκους 72 χιλιομέτρων και η  επαναλειτουργία ενός πολεμικού αεροδρομίου. Σήμερα πάρα πολλά χρόνια από τον Ιούνιο του 1914 που κυριολεκτικά χαρίσαμε στους Αλβανούς το πολύτιμο αυτό νησί, η σκέψη μας γυρίζει πίσω. Η παραχώρηση Εθνικού εδάφους σε άλλο κράτος ήταν μια πράξη που μόνο εγκληματική θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε. Εγκληματική ήταν και η εγκατάλειψη των ομογενών μας που φύλαγαν σαν θησαυρό στο βάθος του σεντουκιού τους τη Γαλανόλευκο – τη σημαία που με τέτοια χαρά και αγαλλίαση ύψωσαν στις φτωχικές τους καλύβες, όταν απελευθερώθηκαν. Κανένας όμως από τους κυβερνώντες τότε δεν τους σκέφθηκε. Κανένας δεν ανησύχησε για την τύχη τους. Σήμερα μάλιστα τους έχουμε ξεχάσει παντελώς. Δεν έχει σημασία ποια ήταν η τότε Κυβέρνηση. Δεν μπορούν να αποδοθούν τώρα πια ευθύνες. Αναλογιζόμαστε όμως το στρατηγικό όφελος που θα μπορούσε να είχε η Πατρίδα μας με τη Σάσωνα δική μας και ποια θα μπορούσε να είναι σήμερα η επήρεια της στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της περιοχής. 

Ας ευχηθούμε τέτοιο λάθος να μην ξαναγίνει... 


τοῦ Ἀντιναυάρχου ἐ.ἀ.
Στυλιανοῦ Χαρ. Πολίτη

Άρθρο απ' την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 22/11/2014




Σχόλια

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ