Η Σφαγή στα Άνω και Κάτω Κερδύλια ή Σφαγή των Κερδυλίων, όπως είναι γνωστότερη σήμερα, αποτελεί μια από τις πιο γνωστές ανθρώπινες τραγωδίες κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στην Ελλάδα καθώς περισσότεροι από 200 άμαχοι κάτοικοι των Άνω και Κάτω Κερδυλλίων Σερρών εκτελέστηκαν από άνδρες του γερμανικής Βέρμαχτ ως αντίποινα για τη δράση ανταρτών στην περιοχή και για την βοήθεια των κατοίκων των εν λόγω χωριών προς τους αντάρτες.
Ιστορικά
Τα χωριά Άνω και Κάτω Κερδύλλια βρίσκονται χτισμένα σε ορεινή περιοχή του νομού Σερρών, κοντά στις ακτές του Στρυμονικού Κόλπου και την Αμφίπολη.
Λίγους μήνες μετά την κατάληψη της Ελλάδας από τα γερμανικά στρατεύματα ιδρύθηκε στην Κεντρική Μακεδονία, κυρίως με πρωτοβουλία του Γραφείου του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας για την περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης, η οργάνωση Ελευθερία.
Ακολούθησε στα μέσα του καλοκαιριού του 1941 η δημιουργία της αντάρτικης ομάδας Οδυσσέας Ανδρούτσος στην περιοχή της Νιγρίτας και της αντάρτικης ομάδας Αθανάσιος Διάκος στα ορεινά του νομού Κιλκίς. Στις αρχές Σεπτεμβρίου αντάρτες της ομάδας Οδυσσέας Ανδρούτσος με αρχηγό τον δάσκαλο Κερδυλιώτη Θανάση Γκένιο (Λασάνη) και υπαρχηγό τον Περικλή Σταματόπουλο προχώρησαν στον αφοπλισμό των σταθμών της γερμανικής χωροφυλακής στα χωριά Ευκαρπία και Μαυροθάλασσα και στις 27 Σεπτεμβρίου 1941 στον αφοπλισμό του σταθμού της χωροφυλακής στη Δάφνη, στην περιοχή της Νιγρίτας.
Τα γεγονότα που οδήγησαν στη σφαγή
Μετά τις επιθέσεις των ανταρτών στους σταθμούς της χωροφυλακής των παραπάνω χωριών η γερμανική πλευρά εστίασε την προσοχή της στην ευρύτερη περιοχή. Έγιναν έρευνες στην περιοχή και ανακρίθηκαν κάτοικοι, στους οποίους επισημάνθηκε ότι η συνέχιση της παροχής βοήθειας στους αντάρτες θα είχε πολύ αρνητικές συνέπειες για τους ίδιους και για τα χωριά τους. Παρόλα αυτά οι πληροφορίες που συνέλεξαν οι κατοχικές δυνάμεις δεν ήταν σημαντικές ώστε να μπορέσουν να εντοπίσουν τους αντάρτες και αυτούς που τους βοηθούσαν.
Έτσι σε μια σύσκεψη που έγινε στην υπηρεσία αντικατασκοπίας στη Θεσσαλονίκη στα τέλη Σεπτεμβρίου αποφασίστηκε η οργάνωση ενός δικτύου πληροφοριοδοτών (γερμανικά: Vertrauensleute ή V-Mann ελληνικά: Άνθρωποι εμπιστοσύνης) στην περιοχή μέσω του οποίου θα έπαιρναν οι Γερμανοί πληροφορίες για τις κινήσεις των ανταρτών, για το που έκρυβαν τον οπλισμό τους και για το πως γινόταν η τροφοδοσία τους.
Στις αρχές Οκτωβρίου ο Δημήτριος Κίκηρας, ένας κάτοικος του Κάτω Κερδυλίου, έλαβε από τους αντάρτες χρήματα και ένα ζώο προκειμένου να αγοράσει και να μεταφέρει σ' αυτούς τρόφιμα. Ο Κίκηρας όμως καταχράστηκε τα χρήματα και τότε ένας από τους αρχηγούς των ανταρτών, ο Μιχάλης Μπογατσόπουλος, τον απείλησε προκειμένου να τους δώσει τα τρόφιμα που έπρεπε να είχε αγοράσει ή να επιστρέψει τα χρήματα. Για να βρει τα χρήματα ο Κίκηρας προσπάθησε να ληστέψει, στις 10 Οκτωβρίου του 1941, τον καλόγερο Γρηγόριο Καρακαλινό, από το μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου λίγο έξω από το Άνω Κερδύλιο αλλά τελικά σκότωσε το βοηθό του καλόγερου, τραυματίστηκε ο ίδιος και διέφυγε. Την επομένη και αφού ο καλόγερος κατήγγειλε το γεγονός, ο Κίκηρας συνελήφθη στο σπίτι ενός γιατρού στην Ευκαρπία. Κατά την ανάκριση έδωσε ονόματα των ανταρτών που καταγόταν από το Ανω και Κάτω Κερδύλιο καθώς και τα ονόματα όσων τους τροφοδοτούσαν.
Στις 12 Οκτωβρίου 1941 το 382ο Σύνταγμα Πεζικού της Βέρμαχτ ερεύνησε τα δυο χωριά, συγκέντρωσε και ανέκρινε τους κατοίκους και αναζήτησε όσους είχε κατονομάσει ο Κίκηρας χωρίς όμως να τους βρει. Κατά τη διάρκεια των ερευνών εκτέλεσε ένα άτομο στο Κάτω Κερδύλιο, πυρπόλησε ορισμένα σπίτια ανταρτών και συνέλαβε μερικά άτομα. Στους συγκεντρωμένους κατοίκους δηλώθηκε ότι θα πρέπει να απέχουν από οποιαδήποτε βοήθεια προς τους αντάρτες γιατί αλλιώς θα έκαιγαν όλα ανεξαιρέτως τα σπίτια των χωριών και θα εκτελέσουν όλους τους άνδρες κατοίκους.
Οι κάτοικοι φοβήθηκαν και δημιούργησαν μια επιτροπή που αποτελούταν από τον πρόεδρο του Άνω Κερδυλίου, το γραμματέα και τον κοινοτικό σύμβουλο και η οποία στις 16 Οκτωβρίου 1941 πήγε στη Θεσσαλονίκη και υπέβαλε αίτηση στη Γενική Διοικηση για να διαβιβαστεί στη συνέχεια στις γερμανικές αρχές. Στην αίτηση αυτή η επιτροπή επικροτούσε τις τελευταίες γερμανικές επιχειρήσεις και ζητούσε την αποστολή στην περιοχή δύναμης της ελληνικής χωροφυλακής ή και γερμανικής μονάδας "ίνα ούτω εξοντώσωμεν τους ληστοσυμμορίτας και ησυχάση η επαρχία μας".
Στις 16 Οκτωβρίου 1941 το 382ο Σύνταγμα Πεζικού της Βέρμαχτ έκανε επιδρομή στα χωριά Ζερβοχώρι, Δάφνη και Σιτοχώρι και κατέστρεψε 20 σπίτια και 2 αχυρώνες. Στο συνοικισμό Ορέσκεια Δάφνης προχώρησε στην εκτέλεση δύο ανθρώπων για κατοχή όπλων. Στο Σιτοχώρι εκτέλεσε άλλους δύο "διότι καθ΄ομολογία των συμμετέσχον εις το γνωστόν κίνημα της Νιγρίτης αλλά μετανοήσαντες επέστρεψαν εις το χωρίον των".
Χρονικό της τραγωδίας
Ξημερώματα της 17 Οκτωβρίου 1941, δύο λόχοι του 220ου Τάγματος Σκαπανέων της Βέρμαχτ με δύναμη 250 ανδρών υπο τις διαταγές των λοχαγών Βέντλερ (Wendler) και Σράινερ Σράινερ ξεκίνησαν από τον Σταυρό Θεσσαλονίκης για τα Κερδύλια έχοντας μαζί τους κρατούμενους Κερδυλιώτες.
Φτάνοντας κοντά στα χωριά άφησαν τα αυτοκίνητα, άρχισαν να ανεβαίνουν από τρία σημεία και περικύκλωσαν τα Άνω Κερδύλια από την θέση Στρόβολο και τα Κάτω Κερδύλια από την θέση Λειβάδια. Η χρονική στιγμή εκδήλωσης της επιχείρησης και το γεγονός ότι άφησαν τα αυτοκίνητα μακριά από τα χωριά δείχνει οι Γερμανοί στρατιώτες ήθελαν να αιφνιδιάσουν τους κατοίκους. Και πραγματικά σχεδόν το σύνολο των κατοίκων των δύο χωριών συνελήφθη. Κανείς δεν προσπάθησε να αποδράσει επειδή οι κάτοικοι, καθώς δεν υπήρχε ανάλογο προηγούμενο, δεν πήραν στα σοβαρά τις γερμανικές απειλές.
Οι στρατιώτες της Βέρμαχτ συγκέντρωσαν τους αρρένες κατοίκους μεταξύ 16 και 60 χρόνων στις θέσεις Αλώνια και Κούτρες. Οι γυναίκες και τα παιδιά αρχικά συγκεντρώθηκαν στα σχολεία και στη συνέχεια, αφού είχαν απομακρυνθεί οι άντρες, τους επετράπηκε να πάρουν μαζί τους όσα πράγματα μπορούσαν και να φύγουν προς το Καστρί και την Ευκαρπία ενώ κλείδωσαν σε κοινοτικό κατάστημα 23 υπερήλικες, οι οποίοι αργότερα κινδύνεψαν από την πυρπόληση του χωριού .
Στις 09.00 το πρωί δόθηκε το σήμα με μια φωτοβολίδα, και οι Γερμανοί στρατιώτες άρχισαν να εκτελούν άρρενες κατοίκους ηλικίας από 16 μέχρι 60 ετών. Από την εκτέλεση εξαιρέθηκαν στο Άνω Κερδύλιο δεκαεπτά άτομα άνω των εξήντα ετών, μεταξύ των οποίων ο ιερέας, ο δάσκαλος και ο δασοφύλακας και στο Κάτω Κερδύλιο δέκα γέροντες. Οι άνθρωποι αυτοί χρησιμοποιήθηκαν μετά το τέλος των εκτελέσεων για την ταφή των νεκρών.
Τα κτίρια των χωριών κάηκαν εκτός από τις εκκλησίες και μετά την καταστροφή, οι κάτοικοι κατέφυγαν στα χωριά Καστρί και Ευκαρπία.
Ο αριθμός των θυμάτων
Σύμφωνα με τις μεταπολεμικές λίστες εκτελεσθέντων ο αριθμός των νεκρών ανήλθε σε 214 άτομα. Οι εκθέσεις των τότε αστυνομικών αρχών και της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας έκαναν λόγω για 211-212 εκτελεσθέντες ενώ οι γερμανικές αρχές κατοχής για 207. Στην έκθεση που συνέταξε μεταπολεμικά το Ελληνικό Εθνικό Γραφείο Εγκλημάτων Πολέμου αναφέρεται ότι οι νεκροί ήταν 222. Τέλος ο Γιάννης Παπασυμεών στο βιβλίο του για την καταστροφή των Κερδυλίων δημοσιεύει κατάσταση 230 ατόμων, μεταξύ των οποίων και ετεροδημότες, που συντάχθηκε μεταπολεμικά από την κοινότητα των Νέων Κερδυλίων.
Μετά την καταστροφή
Η επίσημη ανακοίνωση από την γερμανική διοίκηση της Θεσσαλονίκης που εκδόθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1941, αναφέρει:
«Εις τα βουνά δυτικώς του Στρυμόνος δρα από εβδομάδων μία κομμουνιστική συμμορία απαρτιζόμενη από κατοίκους των πέριξ χωρίων και επιδιδόμενη εις την ληστείαν των πλουσίων χωρικών της περιοχής όπως προσποριστεί χρηματικά μέσα, τη σύλληψιν Ελλήνων αστυνομικών προς αφαίρεση των όπλων των και δι' αυτών τον φόνον Γερμανών στρατιωτών... Περί τα τέλη Σεπτεμβρίου εδολοφονήθησαν εις θέσιν Λαχανά 2 Γερμανοί στρατιώται και προ ημερών εγένετο απόπειρα εναντίον του γερμανικού στρατού, με αποτέλεσμα το φόνο δύο Γερμανών ναυτών και τον βαρύ τραυματισμόν ενός άλλου εις Καλόκαστρον.
Εν συνεχεία διά των παρά του γερμανικού στρατού ληφθέντων μέτρων κατεστράφησαν παρ' αυτού τα χωριά Ανω και Κάτω Κερδύλλια, οι κάτοικοι των οποίων αποδεδειγμένως ανήκον εις την εν λόγω συμμορία τροφοδοτούντες και υποστηρίζοντες ταύτην παντοιοτρόπως»..
Τα χωριά δεν ξανακατοικήθηκαν και οι εναπομείναντες κάτοικοι έκτισαν αργότερα το 1955 τον σύγχρονο οικισμό των Νέων Κερδυλίων. Η σφαγή των Κερδυλίων αναγνωρίστηκε από το Ελληνικό Κράτος το 1998 με το Προεδρικό Διάταγμα 393/7-12-1998 και η κοινότητα Νέων Κερδυλίων ως μαρτυρική.
Το ολοκαύτωμα των Κερδυλίων θεωρείται η πρώτη ομαδική εκτέλεση αμάχων από τα στρατεύματα κατοχής στην Βόρεια Ελλάδα κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η σφαγή των Κερδυλίων αποτέλεσε, όπως και οι υπόλοιπες θηριωδίες κατά την κατοχή, αφορμή για να κατηγορηθούν από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις, οι αντάρτικες ομάδες, συχνά προσκείμενες στο κομμουνιστικό κόμμα, ότι κατά την δράση τους δεν προστάτεψαν τον άμαχο πληθυσμό και τον εξέθεσαν, με αποτέλεσμα να αποτελέσει εύκολη λεία στα αντίποινα των κατακτητών...
Ο κατοχικός Γενικός Επιθεωρητής Νομαρχιών Μακεδονίας Αθανάσιος Χρυσοχόου, ως μάρτυρας σε μεταπολεμική δίκη το 1959, δηλώνει ότι ο λόγος της επέμβασης του γερμανικού στρατού, που είχε ως αποτέλεσμα την εκτέλεση των κατοίκων ήταν, κατά τον ίδιο, η δράση κομμουνιστών ανταρτών.Η ψυχολογική φόρτωση από την μετεμφυλιακή αντιπαλότητα, στοίχειωνε την επιθυμία των κατοίκων για την αναγνώριση της θηριωδίας, μέχρι την αναγνώρισή της πολύ αργότερα το 2008.
Σήμερα στην περιοχή υπάρχει μνημείο με υψωμένο μεγάλο μαρμάρινο σταυρό που ανυψώθηκε το 1978 ενώ κάθε χρόνο στις 17 Οκτωβρίου τελούνται εκδηλώσεις μνήμης
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου